ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ

ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ
ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ

Ευρετήριο Άρθρου


Γράφει η Μαρία Συράκου, φιλολόγος

«Σπεύδε βραδέως» μας συμβουλεύει το αρχαίο ρητό, το οποίο αποδίδεται άλλοτε στο φιλόσοφο Πυθαγόρα και άλλοτε στο σοφό Χείλωνα Λακεδαιμόνιο.

Κι ο Λάο Τσε, Κινέζος φιλόσοφος, κι αυτός του 6ου αι. π.Χ. παρατήρησε πως «η φύση δεν βιάζεται ποτέ, κι όμως τα πάντα γίνονται στην ώρα τους». Αλλά ποιος τους ακούει σήμερα; Η εποχή μας δεν είναι εποχή για φιλοσόφους, είτε δεν τους δίνει κανείς σημασία είτε η φωνή τους είναι αδύναμη και ανίσχυρη. Η εποχή μας είναι εποχή της ταχύτητας, ακόμη και για τις μηχανές. Υπερηχητικά αεροπλάνα, ταχύπλοα σκάφη, ταχυβόλα όπλα, γρήγοροι υπολογιστές και κινητά νέας γενιάς, που κατά τρόπο ειρωνικό υπόσχονται να είναι σύμμαχοί μας στη σκληρή και άνιση μάχη με το χρόνο.

Οι περισσότεροι άνθρωποι τρέχουν σαν παλαβοί. Άλλοι για να κερδίσουν περισσότερα αγαθά και να γίνουν έχοντες και κατέχοντες πλούτο, κύρος, δόξα, άλλοι για να προλάβουν ανειλημμένες υποχρεώσεις, άλλοι για να αποκτήσουν εφόδια και να γίνουν ανταγωνιστικοί και άλλοι υποκύπτοντας σε πιέσεις προϊσταμένων και εργοδοτών να εντατικοποιήσουν την εργασία τους και να γίνουν παραγωγικότεροι. Όλοι, εκούσια ή ακούσια είναι με το πόδι στο γκάζι, σε μια ξέφρενη πορεία, δίχως επίγνωση για τον προορισμό της, και όλοι καταλήγουν κάποια στιγμή, στη μέση ηλικία, να νιώθουν μια μόνιμη σωματική και κυρίως ψυχική κούραση, ενώ αναρωτιούνται για το νόημα της ζωής τους με ένα αίσθημα ματαιότητας.


Μα γιατί βιάζεται η ανθρωπότητα; Πού πηγαίνει; Με ποιον έχει ραντεβού; «Με το μέλλον» μου απάντησε μια φίλη, όταν έθεσα το ερώτημα. Και το παρόν; Έχουμε εξοβελίσει από τη ζωή μας το παρόν; Κοντανασαίνουμε και τρέχουμε ασθμαίνοντας, για να δώσουμε το φιλί της ζωής στο μέλλον, αγνοώντας αν τότε θα υφιστάμεθα ως υπάρξεις;


Η ανθρωπότητα βιά-ζε-ται. Πιο σωστά, θα πρέπει να πω, βι-ά-ζε-ται. Και εκ-βι-ά-ζε-ται. Μας έχουν πείσει ότι ο χρόνος είναι χρήμα κι ότι για να προοδεύσουμε, πρέπει να τρέξουμε έναν αγώνα ταχύτητας, χωρίς τέρμα και χωρίς σκοπό. Όσοι αφιερώνουν χρόνο, για να ξαπλώσουν και να αγναντέψουν τα αστέρια ή το ταβάνι του υπνοδωματίου τους και να ονειρευτούν με τα μάτια ανοικτά, για να θαυμάσουν το ηλιοβασίλεμα ή την πανσέληνο με βλέμμα παιδικής απορίας, για να προετοιμάσουν και να απολαύσουν ένα γεύμα με φίλους, για να διαβάσουν ποίηση, και δεν είναι συνεχώς σε εγρήγορση, διεκπεραιωτικοί των επιβληθέντων «πρέπει», στιγματίζονται ως ανάξιοι, φυγόπονοι, βραδύστροφοι.


Κύριος ένοχος για την παρανοϊκή αυτή κατάσταση το σύστημα και για να ακριβολογούμε, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, το οποίο αγνοεί σκοπίμως το προσωπικό ρολόι του καθενός μας και πετάει εκτός αυτούς που δεν επιβιβάζονται ανερώτητα στο τρενάκι της κοινωνικής προόδου και της τεχνολογικής εξέλιξης που κινείται ιλιγγιωδώς.


«Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα», γράφει το 1880, στο βιβλίο του «Το δικαίωμα στην τεμπελιά», ο Πωλ Λαφάργκ, Γάλλος διανοούμενος και επαναστάτης, «έχει διαμορφώσει με όλα τα καλά ή κακά μέσα, μια κοινωνική τάξη κεφαλαιοκρατών που έχει εξασφαλίσει την ευδαιμονία της μέσα στην τεμπελιά. Αλλά καθώς αυτό που εξασφαλίζει την τεμπελιά είναι η εργασία, το κεφαλαιοκρατικό σχέδιο οργάνωσης της εργασίας έχει κατασκευάσει το σύστημά του με τον ακόλουθο τρόπο που δεν επιτρέπει σε όλους τους ανθρώπους να έχουν ισοτιμία στη χρήση της τεμπελιάς: απολαμβάνουν την τεμπελιά μόνον όσοι έχουν εξασφαλίσει ένα κεφάλαιο. Έτσι, μια κοινωνική τάξη, η τάξη των κεφαλαιοκρατών, απελευθερώνεται από την εργασία από την οποία οφείλει να απελευθερωθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα». Γνωρίζοντας, μάλιστα, ο Λαφάργκ πως η υπερεργασία οδηγεί σε υπερπαραγωγή αγαθών και η υπερπαραγωγή σε κρίση, που είθισται από τους ισχυρούς του συστήματος να αντιμετωπίζεται με μείωση μισθών, απολύσεις και εντατικοποίηση της εργασίας, μη τυχόν και ελαττωθούν τα κέρδη τους, προτείνει την καθιέρωση τρίωρης καθημερινής εργασίας.


Ίσως η πρόταση του Λαφάργκ να χρήζει περαιτέρω διερεύνησης για τα πιθανά αποτελέσματα της εφαρμογής της, αλλά αυτό που δεν αμφισβητείται είναι πως ο άνθρωπος, όπως και όλα τα ζωντανά πλάσματα που υπάρχουν, από τη φύση του, λίγο- πολύ, ρέπει προς την τεμπελιά, ωστόσο έχει υποχρεωθεί να ελέγξει και να καταπιέσει αυτή τη φυσική προδιάθεση ζώντας σε ορισμένο κοινωνικό περιβάλλον. «Ο άνθρωπος με τη δουλειά» υποστηρίζει ο Λαφάργκ, «βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο υπό την επήρεια μιας κατάρας, ενώ προηγουμένως ζούσε μονίμως σε κατάσταση τεμπελιάς. Ίσως να υπήρξε πράγματι κάποτε μια τέτοια κατάσταση στην ανθρώπινη κοινότητα και ίσως ο θρύλος του παραδείσου και της δημιουργίας του ανθρώπου και της εκδίωξής του από τον παράδεισο να είναι μία θολή ανάμνηση μιας κατάστασης του παρελθόντος, εκτός αν πρόκειται για την εικόνα μιας μέλλουσας πραγματικότητας, στην οποία θα φτάσει ο άνθρωπος μέσα από την κατάρα της εργασίας.» Επομένως, η εργασία, η δουλειά δεν είναι κάποιο υψηλό ιδανικό, παρά το μέσον για την εξασφάλιση του πραγματικού ελεύθερου χρόνου, δηλαδή του χρόνου τεμπελιάς, η διαχείριση του οποίου είναι και ζήτημα προσωπικό, και όχι μόνο συλλογικό, καθώς συνδέεται άμεσα με την ευτυχία μας και με την ποιότητα της ζωής μας.


Και βέβαια, η εργασία, η πολύωρη και εντατική είναι μία μόνο από τις αιτίες του κακού. Οι υψηλές προσδοκίες που έχουμε αναπτύξει για το βιοτικό μας επίπεδο και τα κάθε λογής πρότυπα, αισθητικά, μορφωτικά, καταναλωτικά ή ό,τι άλλο, που έχουν φυτέψει στη συνείδησή μας οι δαίμονες της διαφήμισης και της πολιτισμικής προπαγάνδας, μας σπρώχνουν, επίσης, στην υπερπροσπάθεια και στην επιτάχυνση των λειτουργιών μας.


«Να μη βιαζόμεθα, είν` επικίνδυνον πράγμα η βία» πρότεινε ο Κ. Π. Καβάφης και πολύ εύστοχα συνέδεσε τη βιασύνη με τη βία. «Δεν υπάρχουν επείγοντα θέματα. Υπάρχουν μόνο επειγόμενοι άνθρωποι» είπε ο Γάλλος πρωθυπουργός Ζωρζ Κλεμανσώ. Με τη γνώμη του συνηγορεί και ο Ρακίνας, ο Γάλλος δραματουργός, που παρέθεσε τη δική του άποψη. «Σήμερα, ας απολαύσουμε τη ζωή. Ποιος ξέρει αν υπάρχουμε αύριο». Ακόμη και στα Επείγοντα Περιστατικά ενός νοσοκομείου, η υπέρμετρη βιασύνη και το ακραίο στρες των γιατρών, θα μπορούσε, παρά τις καλές προθέσεις τους, να κοστίσει ανθρώπινες ζωές και όχι να τις σώσει. (Σημειωτέον ότι τα ιατρικά σφάλματα είναι η τρίτη αιτία θανάτου στις ΗΠΑ!)


Όταν μια μηχανή υπερλειτουργήσει, μπορεί να χαλάσει και να αντικατασταθεί, χωρίς να προκαλέσει οδύνη στον κάτοχό της. Εύκολα, για παράδειγμα αποσύρουμε το παλιό μας αυτοκίνητο και με χαρά υποδεχόμαστε το καινούριο. Ο άνθρωπος, όμως, μπορεί να αντικατασταθεί, χωρίς το γεγονός της απώλειας του να προκαλέσει συντριβή στα αγαπημένα του πρόσωπα; Αυτονόητα πράγματα, μπορεί να πει κάποιος. Ναι, αυτονόητα. Αλλά ξεχασμένα. Διαφορετικά, θα υποχωρούσαμε απέναντι σε όσους μας χειρίζονται ως μηχανές και σε όσους μας θεωρούν αναλώσιμους; Δεν θα αντιστεκόμασταν σε όσους μας πιέζουν συνεχώς να είμαστε όλο και πιο ανταγωνιστικοί και παραγωγικοί με όποιο τίμημα; Γιατί καταφάσκουμε στην ταχύτητα, τη βιασύνη, το βιασμό που σαρώνει τη χαρά της εργασίας, της γνώσης, του φαγητού, του παιχνιδιού, του έρωτα;


Κοιτάμε, αλλά δεν βλέπουμε, δεν παρατηρούμε, ακούμε, αλλά δεν προσέχουμε, αναπνέουμε, αλλά δεν νιώθουμε. Η έκφραση συναισθημάτων αντιμετωπίζεται υποτιμητικά ως συναισθηματισμός και μοιάζουμε αδύναμοι να αναχαιτίσουμε τη ρομποτοποίησή μας. Η πραγματικότητα που περιγράφει ο Άλντους Χάξλεϋ στο έργο του «Θαυμαστός καινούριος κόσμος» ζυμώνεται, χωρίς να γίνεται αντιληπτό στις πλατιές μάζες, ώσπου θα πέσει να μας πλακώσει σα τσιμεντένια πλάκα.


«Επιτέλους, ας περάσουμε από το επείγον στο σημαντικό» είπε κάποιος ανώνυμος. Δεν είναι σημαντικό να νιώθουμε τη χαρά της ζωής και να χαμογελάμε; Αβίαστα και όχι με το ρολόι στο χέρι; Και το απλό, ανθρώπινο, καθημερινό χαμόγελο θέλει το χρόνο του! «Ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς» είπε ο Αριστοτέλης, ο θεμελιωτής της Λογικής.
«Μη βιάζεσαι και μην ανησυχείς. Είσαι εδώ για μια σύντομη επίσκεψη. Γι` αυτό βεβαιώσου ότι βρίσκεις χρόνο να σταθείς και να απολαύσεις τη μυρωδιά των λουλουδιών» είπε ο Γουόλτερ Χάγκεν, Αμερικανός παίκτης του γκολφ.
Σημειωτέον ότι την ταχύτητα και την έλλειψη χρόνου εκμεταλλεύονται συχνά και οι πάσης φύσεως έμποροι, για να μας ταΐσουν σκουπίδια, να μας ξεγελάσουν με φθηνά θεάματα, να μας ντύσουν σύμφωνα με τη μόδα, να μας πουλήσουν ιδέες, είδωλα και ηγέτες.


    Και καθώς η καθημερινότητά μας σε έναν κόσμο υπερ-συνδεδεμένο ψηφιακά, πλέον, ολοένα επιταχύνεται, ενώ η αίσθηση ότι μας λείπει χρόνος για όσα πρέπει και όσα θέλουμε να κάνουμε ολοένα και οξύνεται, οι ειδικοί μιλούν και προσδιορίζουν όλο και ακριβέστερα το λεγόμενο burnout: η εξουθένωση, η καθολική κατάρρευση ενός ατόμου που προκύπτει σταδιακά από τη διάσταση μεταξύ των απαιτήσεων (εξωγενών ή ενδογενών) και των δυνατοτήτων του ατόμου να τις ικανοποιήσει.


    Εν κατακλείδι, όχι, ο χρόνος δεν είναι χρήμα, παρά το ότι σπουδαίοι οικονομολόγοι έχουν επιχειρήσει με βάση συγκεκριμένο μαθηματικό τύπο να κοστολογήσουν κάθε ανθρώπινη δράση, ακόμη και την απλούστερη, όπως είναι το πλύσιμο των δοντιών! Ο χρόνος είναι ζωή και η ζωή δεν υπολογίζεται με μαθηματικούς τύπους και οικονομικούς δείκτες και εντέλει, από εμάς εξαρτάται ποια αξία θα της δώσουμε και πότε, βάσει των προτεραιοτήτων μας, θα ακολουθούμε ρυθμό επιβράδυνσης ή επιτάχυνσης, συμπίεσης ή αποσυμπίεσης, για να τη βιώνουμε ανθρώπινα! Ας βρούμε λίγο χρόνο, να σκεφτούμε για το χρόνο, για τον πολύτιμο χρόνο της ζωής μας. Ίσως, ανακαλύψουμε ότι δε διαθέτει μόνο η επιτάχυνση γοητεία και ευεργετήματα, αλλά και η βραδύτητα!
Κατεβάστε ταχύτητα, επείγει!